«Ολα ήταν ευκολότερα με Τσίπρα – Τσακαλώτο. Είναι μια εντελώς διαφορετική κατάσταση». Η συγκεκριμένη δήλωση, που έγινε πριν μερικές μέρες από τον Γερούν Ντάισελμπλουμ, στην τελευταία συνέντευξή του ως επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, θα μπορούσε να αποτελεί μία εξαιρετική επικεφαλίδα στο κεφάλαιο «Τρία χρόνια διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ».
Μέσα σε αυτό το διάστημα, παίρνοντας τη σκυτάλη της αντιλαϊκής πολιτικής από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει καταφέρει σε χρόνο ρεκόρ να ολοκληρώσει μια σειρά από βρώμικες αποστολές για το κεφάλαιο, που οι προηγούμενοι άφησαν στη μέση, κερδίζοντας τα εύσημα από τα …«γεράκια», όπως αποκαλούσε ο ΣΥΡΙΖΑ τους εκπροσώπους της ΕΕ και του ΔΝΤ παλιότερα.
Από τον αντιαπεργιακό νόμο και τη «μεταρρύθμιση» του Ασφαλιστικού μέχρι τις αντεργατικές ανατροπές, τους πλειστηριασμούς και τις ιδιωτικοποιήσεις και από τον εξωραϊσμό του ιμπεριαλισμού, του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ μέχρι την εξυπηρέτηση επικίνδυνων γεωστρατηγικών σχεδιασμών στην ευρύτερη περιοχή, η συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζεται και με το παραπάνω από το κεφάλαιο και τους εκπροσώπους του μέσα και έξω από τη χώρα.
Ταυτόχρονα, τα νέα προνόμια στο κεφάλαιο, μέσω φοροαπαλλαγών, φοροελαφρύνσεων και «αναπτυξιακών» νόμων, που εξυπηρετούν το στόχο της ανάκαμψης των κερδών και της τόνωσης της ανταγωνιστικότητας των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, είναι η άλλη όψη της ίδιας αντιλαϊκής πολιτικής, που με συνέπεια συνεχίζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Τρία χρόνια μετά το Γενάρη του 2015, η κυβέρνηση διεκδικεί όσκαρ πολιτικής εξαπάτησης των εργατικών – λαϊκών στρωμάτων. Από το «θα καταργήσουμε τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο», έφτασε να ψηφίσει ένα ακόμα μνημόνιο με τους ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι. Από τα «νταούλια» που θα βαρούσε η κυβέρνηση και θα χόρευαν τα «ξένα γεράκια των αγορών», έφτασε στο πολιτικό «στριπτίζ» του πρωθυπουργού κατά τη συνάντησή του με τον Τραμπ.
Η πορεία αυτή δεν ήταν κάτι το απρόσμενο, όπως έλεγε από την πρώτη στιγμή το ΚΚΕ. Δεν ήταν προϊόν «αναγκαίου συμβιβασμού, κάτω από τους εκβιασμούς των δανειστών», όπως προσπάθησε να δικαιολογηθεί η κυβέρνηση, θέλοντας να ανανεώσει την ικανότητά της να εξαπατά το λαό.
Ηταν μία πορεία προδιαγεγραμμένη για ένα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που μετατράπηκε ταχύτατα σε κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας και, κάτω από τις δοσμένες συνθήκες, αναβαθμίστηκε στην αστική διαχείριση.
Το συμπέρασμα που επιβεβαιώνεται είναι ότι καμιά πολιτική δύναμη που αποδέχεται την καπιταλιστική οικονομία, την αστική εξουσία, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις δεν μπορεί να ασκήσει πολιτική υπέρ των εργαζομένων. Οτι καμιά κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού δεν μπορεί να ανοίξει το δρόμο για φιλολαϊκές ανατροπές. Η ανάκαμψη του καπιταλιστικού κέρδους και τα εργατικά – λαϊκά δικαιώματα και σύγχρονες ανάγκες είναι ασυμβίβαστα.
Είναι γεγονός, ωστόσο, ότι πολλοί προοδευτικοί, αριστεροί, εργάτες, αυτοαπασχολούμενοι, φτωχοί αγρότες πίστεψαν στον ΣΥΡΙΖΑ και επένδυσαν προσδοκίες στις υποσχέσεις του απηυδισμένοι και αγανακτισμένοι από την αντιλαϊκή πολιτική των προηγούμενων. Η τριετία που μεσολάβησε διέψευσε ακόμα και τις μικρότερες προσδοκίες. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να οδηγήσει στην ηττοπάθεια, στην άποψη ότι τίποτα δεν γίνεται αλλά στο να βγουν ουσιαστικά συμπεράσματα.
Σήμερα, αποδεικνύεται περισσότερο από ποτέ ότι το καπιταλιστικό κέρδος είναι η αιτία για όσα υποφέρουν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Διέξοδο από τη σημερινή βαρβαρότητα μπορεί να δώσει μόνο η συμπόρευση με το ΚΚΕ, η συμμετοχή στην πάλη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και τη συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας, σε σύγκρουση με το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις, τα κόμματά του. Για αυξήσεις στους μισθούς, βελτίωση των συνθηκών εργασίας, κατάργηση των αντεργατικών νόμων, ουσιαστική προστασία των λαϊκών κατοικιών από τους πλειστηριασμούς, ανακούφιση των ανέργων, των υπερχρεωμένων νοικοκυριών κ.ά.
Ο λαός έχει τη δύναμη να φέρει τα πάνω κάτω, να αξιοποιήσει τα επιτεύγματα της επιστήμης και την άνοδο της παραγωγικότητας για να ικανοποιήσει τις σύγχρονες ανάγκες του, παλεύοντας για να πάρει στα χέρια του την εξουσία και τα κλειδιά στην οργάνωση της οικονομίας.
αναδημοσίευση της στήλης “Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ” του σημερινού Ριζοσπάστη