Εργάσιμη βδομάδα επτά ημερών, ωράρια – λάστιχο, μισθοί «στο πάτωμα», «διευθέτηση» του εργάσιμου χρόνου, απλήρωτες υπερωρίες και χρωστούμενα ρεπό: Στον κλάδο του Εμπορίου, το «πρότυπο» της «ευελιξίας» που επιδιώκουν κυβέρνηση, ΕΕ και επιχειρηματικοί όμιλοι για όλους τους εργαζόμενους έχει ήδη πάρει «σάρκα και οστά».
Την τελευταία βδομάδα, η εμπορική δράση της λεγόμενης «Black Friday», όπως αναγορεύτηκε η χτεσινή μέρα από μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, έδωσε λαβή για να κλιμακωθεί η επίθεση στους εμποροϋπαλλήλους. Το ίδιο γίνεται και με άλλες αφορμές, όπως οι «Λευκές Νύχτες», που αποφασίζουν δημοτικές αρχές και Εμπορικοί Σύλλογοι, αλλά και η δουλειά τις Κυριακές, που πολλαπλασιάζεται με τους νόμους ενάντια στην κυριακάτικη αργία.
Τα υποχρεωτικά 12ωρα και τα «κομμένα» ρεπό της «μαύρης Παρασκευής», που στις περιπτώσεις μιας σειράς πολυκαταστημάτων, εμπορικών κέντρων και αλυσίδων επεκτάθηκε σε «μαύρο τριήμερο» και «μαύρη βδομάδα», δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου, που παρουσιάζεται ως η «κανονικότητα» με την οποία πρέπει να συμβιβαστούν οι εργαζόμενοι. Και την ίδια ώρα, αυτοαπασχολούμενοι και μικροί ΕΒΕ ζουν στην κυριολεξία «μαύρες Παρασκευές», όχι μία, αλλά έξι και εφτά μέρες τη βδομάδα.
Στο στόχαστρο του κεφαλαίου, με την πολύτιμη βοήθεια των προηγούμενων και της σημερινής κυβέρνησης, έχει βρεθεί για τα καλά η αργία της Κυριακής, επεκτείνοντας ακόμα περισσότερο την ευελιξία και την εκμετάλλευση στον κλάδο. Στο «ξήλωμα» της κυριακάτικης αργίας, που ξεκίνησε με οκτώ Κυριακές του έτους, προστέθηκε ο νόμος της σημερινής κυβέρνησης (4472/2017), που «απελευθέρωσε» τη λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων για όλες σχεδόν τις Κυριακές, από το Μάη μέχρι τον Οκτώβρη, σε μια σειρά περιοχές.
Πότε με το πρόσχημα της λειτουργίας της αγοράς στις «τουριστικές» περιοχές, πότε με την επίκληση των εορταστικών ωραρίων και πότε με το άλλοθι των εκπτώσεων, οι εργαζόμενοι στο Εμπόριο «φορτώνονται» με όλο και περισσότερες Κυριακές στη δουλειά. Το μέτρο αυτό, που προωθείται με το πρόσχημα ότι διευκολύνει τον «καταναλωτή» να ψωνίσει και άρα να ανέβει ο τζίρος, αποτελεί χτύπημα και για τους αυτοαπασχολούμενους. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος τζίρος μοιράζεται ανάμεσα στις μεγαλύτερες αλυσίδες του εμπορίου, σε βάρος των μικρών, ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια προσπαθώντας να «ακολουθήσουν» τον ανταγωνισμό, προσδοκώντας μάταια κάποια ψίχουλα από την «πίτα»!
Στον κλάδο του Εμπορίου, για χάρη των μεγάλων επιχειρήσεων, «ανθούν» η μερική απασχόληση και το ωρομίσθιο, ενώ δίπλα σε αυτά συσσωρεύονται δεκάδες ώρες υπερωριακής απασχόλησης για κάθε εργαζόμενο, με την «υπόσχεση» ότι θα του χορηγηθούν κάποια στιγμή τα ανάλογα ρεπό. Μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις έχουν βάλει επίσης πλώρη για να «εξαφανίσουν» την πλήρη απασχόληση και το σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας, προβλέποντας μέσα από ατομικές συμβάσεις τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Αντίστοιχα, το «σπαστό» ωράριο που εφαρμόζουν επιχειρήσεις, αναγκάζει τους εργαζόμενους να σπαταλούν όλη τους τη μέρα, από το πρωί μέχρι το βράδυ, στη δουλειά αλλά και στις μετακινήσεις από το σπίτι στο κατάστημα και αντίστροφα. Μέσα από «κύματα» απολύσεων οι επιχειρήσεις συρρικνώνουν σταθερά το τμήμα των εργαζομένων που δουλεύει με σχετικά καλύτερες αποδοχές από αυτές του κατώτατου μισθού, με πλήρη αντί για μερική απασχόληση, αντικαθιστώντας το με προσωπικό που απασχολείται κάτω από χειρότερους όρους, με πιο «ευέλικτα» ωράρια και χαμηλότερους μισθούς.
Στην απαίτηση των επιχειρηματικών ομίλων του Εμπορίου για δουλειά όλες τις μέρες της βδομάδας, με ωράρια που κόβονται και ράβονται για να προσαρμοστούν πλήρως στις ανάγκες τους, χωρίς σταθερό ωράριο εργασίας και μέρες ξεκούρασης, σωματεία του κλάδου παλεύουν οργανωμένα για νομοθετική κατοχύρωση της κυριακάτικης αργίας, για κατάργηση όλων των νόμων που «απελευθερώνουν» το ωράριο, για υπογραφή κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, με κατάργηση της μερικής απασχόλησης και σταθερή δουλειά για όλους.
Με αυτά τα αιτήματα, κλαδικά και επιχειρησιακά σωματεία των εμποροϋπαλλήλων οργανώνουν τον αγώνα ενάντια στα αντεργατικά μέτρα κυβέρνησης – κεφαλαίου, όχι μόνο με τους συναδέλφους τους στους άλλους κλάδους, αλλά και σε συντονισμό με συλλόγους και Ενώσεις των αυτοαπασχολούμενων και μικρών ΕΒΕ, που ζουν την αγωνία της επιβίωσης και έχουν τον ίδιο αντίπαλο και κοινά συμφέροντα με τους εργαζόμενους.
στήλη “Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ” του “Ρ”