Οι ανατροπές στα Εργασιακά και στους μισθούς του Δημοσίου

ΠΑΜΕ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ

Την πολύπλευρη επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων παρέθεσε στην τοποθέτησή του στην ημερίδα του ΠΑΜΕ για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας στην «Αλκυονίδα» ο Αντώνης Πατίδης, μέλος του ΔΣ της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις ΔΟΥ.

“Στη συντριπτική πλειοψηφία του Δημοσίου δεν υπάρχουν ΣΣΕ. Ωστόσο, στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης ήταν και είναι να εφαρμοστούν ΣΣΕ και στο Δημόσιο. Αυτό εκφράστηκε στο προσχέδιο νόμου για το νέο μισθολόγιο του Δημοσίου, που το είχε επεξεργαστεί ο τότε υπ. Εσωτερικών, Γ. Κατρούγκαλος, όπου υπήρχε πρόβλεψη για ΣΣΕ στο Δημόσιο με βασική αρχή την εξίσωση μισθών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Μάλιστα, το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου δεν περιελάμβανε μόνο την καθήλωση των μισθών στο Δημόσιο μέσω της εξίσωσής τους με τα τσακισμένα μεροκάματα του ιδιωτικού τομέα, αλλά προωθούσε επίσης ΣΣΕ ανά ειδικότητα (π.χ. άλλη για οικονομολόγους, άλλη για χημικούς και πάει λέγοντας), καλλιεργώντας με αυτόν τον τρόπο το απόλυτο «διαίρει και βασίλευε», την πολυδιάσπαση των εργαζομένων.

Και μπορεί η συγκεκριμένη διάταξη να αποσύρθηκε κάτω από τη γενικότερη κατακραυγή και την καταγγελία από τα ταξικά σωματεία, αλλά αποδεικνύει με τον πιο περίτρανο τρόπο ότι οι ΣΣΕ και στο Δημόσιο είναι ένα ζήτημα που βρίσκεται στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης. Επομένως, το θέμα της σημερινής ημερίδας του ΠΑΜΕ αφορά και τους δημόσιους υπαλλήλους.

Τα τελευταία εφτά χρόνια που μαίνεται η καπιταλιστική οικονομική κρίση, οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο έχουν βιώσει μια άνευ προηγουμένου επίθεση στα μισθολογικά και εργασιακά τους δικαιώματα, μια επίθεση που συνοδεύτηκε μάλιστα με μπόλικο κοινωνικό αυτοματισμό ως συστατικό στοιχείο της μόνιμης προσπάθειας της άρχουσας τάξης και των κυβερνήσεών της να διασπά τους εργαζόμενους και να τους χειραγωγεί.

Χάθηκαν έξι μισθοί το χρόνο

Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά το μισθολογικό κομμάτι, τα διάφορα νομοθετήματα με «προμετωπίδα» το ν. 4024/2011, τον περιβόητο ν. Μητσοτάκη που προέβλεπε μείωση των κατώτερων βασικών αποδοχών, κατάργηση οικογενειακού επιδόματος και σχεδόν όλων των γενικών και κλαδικών επιδομάτων, αλλά και τη σύνδεση μισθολογικής εξέλιξης με βαθμό και «αξιολόγηση», είχαν ως αποτέλεσμα: την εξαετία 2009 – 2015 ένας δημόσιος υπάλληλος να έχει ήδη υποστεί ονομαστικές μειώσεις που κυμαίνονται στο 45%, έχοντας χάσει συνολικά έξι μισθούς το χρόνο.

Αναλυτικότερα, δύο από την περικοπή του 13ου και του 14ου μισθού, δύο από τις αυξήσεις των μηνιαίων εισφορών και κρατήσεων (ΤΠΔΥ, ΕΚΑΣ, έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης κ.λπ.) και δυο ακόμα μισθούς από τη μισθολογική και βαθμολογική καθήλωση, το πάγωμα δηλ. των μισθολογικών κλιμακίων. Αν συνυπολογιστούν δε η φοροληστεία, τα χαράτσια, η ακρίβεια και οι ανατιμήσεις σε βασικά είδη κατανάλωσης, η συνολική μείωση σε πραγματικούς όρους αγγίζει ή και ξεπερνάει το 60%.

Πάνω σε αυτήν την ήδη αφόρητη κατάσταση ήρθε να προστεθεί το νέο μισθολόγιο της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ο νόμος 4354/2015 που επέφερε νέο πλήγμα στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων ως μηχανισμός καθήλωσης και περαιτέρω μείωσης των εισοδημάτων τους.

Αντίστοιχη είναι η κατάσταση στο σύνολο των χωρών της ΕΕ, με ή χωρίς μνημόνια, με επεκτατικό ή περιοριστικό μείγμα διαχείρισης. Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν και του ΟΟΣΑ, το 2014 η Ελλάδα δαπανούσε 12% του ΑΕΠ σε μισθούς δημοσίων υπαλλήλων (αυτό το ποσοστό έχει συρρικνωθεί περαιτέρω), ενώ οι υπόλοιπες χώρες βρίσκονταν σε παρόμοια ποσοστά, δηλ.: Γαλλία 13%, Σουηδία 12,7%, το Βέλγιο 12,5%, Πορτογαλία 11,8%, Ισπανία 10,8% κ.λπ. Αρα η επίθεση στο εισόδημα των δημοσίων υπαλλήλων δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα.

Πέρα όμως από τη μείωση στους μισθούς, το νέο μισθολόγιο σε συνδυασμό με τον πρόσφατο νόμο Βερναρδάκη, με τίτλο «Εθνικό Μητρώο Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, βαθμολογική διάρθρωση θέσεων, σύστημα «αξιολόγησης» και επιλογής προϊσταμένων και άλλες διατάξεις» (ν. 4369/16) ουσιαστικά συνδέουν την «αξιολόγηση» με το μισθό και τις απολύσεις.

Με το μισθό, γιατί μέσα από την «αξιολόγηση» συνδέεται η «απόδοση» με το βαθμό και κατά συνέπεια με τη μισθολογική εξέλιξη, και με τις απολύσεις γιατί για όσους αξιολογηθούν στην κλίμακα 0 – 24 ανοίγει ο δρόμος για να «πάνε σπίτι τους», ειδικά όταν υπάρχει και ο «αυτόματος κόφτης δαπανών» σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι των εργαζομένων.

Με αυτόν τον τρόπο, η «αξιολόγηση» όχι μόνο διατηρεί τον τιμωρητικό της χαρακτήρα, αφού συνδέεται από χίλιες μπάντες με το μισθό, αλλά μέσα από επικίνδυνα σημεία (π.χ. συνέντευξη με κριτήριο τη «διαχείριση κρίσεων», «συμπεριφορά δημοσίου υπάλληλου εντός και εκτός υπηρεσίας κ.λπ.») διώκει την άλλη άποψη, τιμωρεί την ελευθερία σκέψης και έκφρασης, τη διαφορετική ιδεολογική προσέγγιση των πραγμάτων.

Αναμέτρηση με εμπόδια και δυσκολίες

Ολα τα παραπάνω αναδεικνύουν την ανάγκη η πάλη για βελτίωση των όρων αμοιβής και εργασίας να αποτελέσει ένα σημαντικό «κρίκο» της συνολικότερης πάλης των εργαζομένων στο Δημόσιο. Υπάρχουν όμως και εμπόδια σε αυτόν το δρόμο που πρέπει να βαδίσουμε. Ενα βασικό πρόβλημα είναι τα διευθυντικά στελέχη, η κατεξοχήν εργατική αριστοκρατία στους χώρους του Δημοσίου, οι οποίοι με το νέο μισθολόγιο πριμοδοτούνται με διόλου ευκαταφρόνητα «επιδόματα ευθύνης», έχουν bonus επίτευξης στόχων κ.λπ.

Στο Δημόσιο, αυτά τα στελέχη είναι κατά κανόνα μέλη των σωματείων, έχουν ενεργό συνδικαλιστική δράση, διαπλέκονται με μηχανισμούς του αστικού κράτους ασκώντας σημαντική επιρροή στους δημόσιους υπάλληλους και δημιουργώντας πρόσθετα εμπόδια στη μάχη για ΣΣΕ.

Μεγάλο εμπόδιο είναι, επίσης, οι πολλαπλές εργασιακές σχέσεις που επικρατούν σήμερα στο δημόσιο (stage, εργολαβικοί, συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου / αορίστου χρόνοι, πρακτικάριοι, εργαζόμενοι μέσω ΜΚΟ στις κοινωνικές δομές, 5μηνίτες και ωφελούμενοι από προγράμματα κοινωφελούς εργασίας) ως αποτέλεσμα της ελαστικοποίησης των εργ. σχέσεών τους από τη δεκαετία του 1990 και μετά.

Πόσο εύκολο είναι, για παράδειγμα, να «κατέβει σε κοινό αγώνα για ΣΣΕ» ένας μόνιμος υπάλληλος που μπορεί π.χ. να προσδοκά σε μία αύξηση μισθού ή σε ένα επίδομα (ΒΑΕ) και ένας ένας εργαζόμενος stage ή ένας 5μηνίτης που πρέπει να παλέψει ακόμα και για να αποσπάσει τα στοιχειώδη, δηλ. να έχει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να δικαιούται άδειες, να πληρώνεται στην ώρα του κ.λπ.;

Το μεγαλύτερο όμως «αγκάθι» στην πάλη για ΣΣΕ ήταν και παραμένει η γενικότερη κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος, όπου παλιός και νέος κυβερνητικός συνδικαλισμός, η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ που τον συναποτελεί, στήριξαν διαχρονικά την επιχειρηματολογία των εκάστοτε κυβερνήσεων και «έβαλαν πλάτη» στις ανατροπές που βιώνουν σήμερα οι εργαζόμενοι, δυσκολεύουν την πάλη της εργατικής τάξης για ΣΣΕ.

Για παράδειγμα, ο νόμος Βερναρδάκη για την «αξιολόγηση» (με ατομική στοχοθεσία, σύνδεση μισθού παραγωγικότητας κ.λπ.) είναι ουσιαστικά υιοθέτηση της αντίστοιχης πρότασης της πλειοψηφίας της ΠΟΕ – ΟΤΑ. ‘Η όταν η κριτική της πλειοψηφίας της ΑΔΕΔΥ στο νόμο Μητσοτάκη, όσον αφορά την «αξιολόγηση», εξαντλείται στην ποσόστωση του 15% (η «αξιολόγηση» αυτή, που δεν εφαρμόστηκε στην πράξη, έβγαζε «σώνει και καλά» ένα 15% των συναδέλφων «σκάρτους»), τότε ουσιαστικά στρώνεται το έδαφος, για να περάσουν όλες οι υπόλοιπες αντιδραστικές πτυχές που αναφέραμε παραπάνω χωρίς «να ανοίξει ρουθούνι».

Επίσης, στο μισθολόγιο Ρέππα, η ΠΑΣΚ έλεγε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πάρουν αυξήσεις. Στην ίδια λογική, η τοποθέτηση του εκπροσώπου του ΜΕΤΑ στην ΕΕ της ΑΔΕΔΥ σχετικά με το νέο μισθολόγιο της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ήταν «μην εκπλαγείτε αν πάρουμε και αυξήσεις».

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα στο Δημόσιο, σηκώνει «ψηλά τη σημαία» της ανάκτησης των απωλειών, της επαναφοράς των μισθολογικών – εργασιακών δικαιωμάτων των δημοσίων υπαλλήλων στα προ κρίσης επίπεδα, της πάλης για την ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών.”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *