Αποκλεισμοί «με το καλημέρα» από το πρόγραμμα ΕΕΤΑΑ, όπου φέτος η ζήτηση είναι ακόμα μεγαλύτερη από πέρυσι
Με τις μέρες που απομένουν μέχρι την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς να μετρούν πλέον αντίστροφα, χιλιάδες οικογένειες με μικρά παιδιά βρίσκονται, όπως κάθε χρόνο, αντιμέτωπες με το πρόβλημα της αναζήτησης μιας θέσης στους δημοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς.
Η αυλαία του αποκλεισμού χιλιάδων βρεφών και νηπίων από το δικαίωμα στην Προσχολική Αγωγή άνοιξε ήδη με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του προγράμματος για δωρεάν φιλοξενία σε παιδικούς σταθμούς, Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης (ΚΔΑΠ) και ΚΔΑΠ ΑΜΕΑ, που υλοποιεί η Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ). Με βάση τις ανακοινώσεις της ΕΕΤΑΑ, πάνω από 50.000 παιδιά, οι γονείς των οποίων κατέθεσαν αίτηση για να ενταχθούν στο πρόγραμμα, αποκλείστηκαν, καθώς η χρηματοδότηση αφορά έναν περιορισμένο αριθμό θέσεων.
Ο αποκλεισμός χιλιάδων οικογενειών από το συγκεκριμένο πρόγραμμα αποτελεί μόνο μια επιμέρους ψηφίδα ενός γενικότερου προβλήματος. Το ανεπαρκές δίκτυο των δημοτικών βρεφονηπιακών σταθμών, η παραπέρα συρρίκνωση των δομών, της χρηματοδότησης και του προσωπικού, τα τροφεία που καλούνται να καταβάλλουν οι γονείς που καταφέρνουν να εγγράψουν τα παιδιά τους στους σταθμούς, είναι πλευρές που συμπληρώνουν την εικόνα.
Οι παιδικοί σταθμοί των δήμων δεν επαρκούν για να καλύψουν παρά ένα μικρό μέρος από το σύνολο των παιδιών και βέβαια με το αζημίωτο. Για τους υπόλοιπους γονείς απομένει η «λύση» των ιδιωτικών σταθμών, το κόστος της οποίας είναι σαφώς μεγαλύτερο και οι περισσότερες οικογένειες δεν μπορούν να το επωμιστούν.
Με «διαβατήριο» το όριο της φτώχειας
Ολο και περισσότερες οικογένειες στρέφονται στο πρόγραμμα που υλοποιεί η ΕΕΤΑΑ, κάτω από τον τίτλο της «Εναρμόνισης Οικογενειακής και Επαγγελματικής Ζωής». Η ένταξη στο πρόγραμμα μοιάζει «σανίδα σωτηρίας» για τους γονείς, αφού αν καταφέρουν να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των «ωφελούμενων», εξασφαλίζουν το «κουπόνι» (voucher) για την επιδότηση των τροφείων.
Φέτος κατατέθηκαν περίπου 125.000 αιτήσεις μητέρων (αύξηση 7,5% από το 2017), που αντιστοιχούν σε περισσότερα από 160.000 παιδιά (αύξηση 8,4% από την περσινή χρονιά). Ωστόσο, τα «voucher» που έχουν δοθεί είναι μόνο 94.000. Ο τελικός αριθμός, σύμφωνα με την ΕΕΤΑΑ, θα φτάσει τα 110.000 παιδιά το Σεπτέμβρη, όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία ανακατανομής των «voucher» που δεν θα χρησιμοποιηθούν, αφού πολλοί «ωφελούμενοι» γονείς δεν θα καταφέρουν να βρουν διαθέσιμη θέση στους σταθμούς.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, τουλάχιστον 50.000 παιδιά μένουν εκτός του προγράμματος, με βάση τις κατατεθειμένες αιτήσεις. Ωστόσο, όπως και κάθε χρόνο, ο πραγματικός αριθμός των παιδιών που αποκλείονται είναι πολύ μεγαλύτερος, με δεδομένο ότι πολλές οικογένειες δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στο πρόγραμμα και κατά συνέπεια δεν κατέθεσαν αίτηση.
Ετσι κι αλλιώς, τα εισοδηματικά κριτήρια αποκλείουν από τη συμμετοχή στο πρόγραμμα τις οικογένειες με ετήσιο εισόδημα που υπερβαίνει τις 27.000 ευρώ (για την τετραμελή οικογένεια). Αντίστοιχα, οι μόνιμοι και αορίστου χρόνου εργαζόμενοι στο Δημόσιο και στους ΟΤΑ δεν έχουν δικαίωμα να πάρουν μέρος στο πρόγραμμα.
Προκειμένου να δουν το όνομά τους στον κατάλογο των «ωφελούμενων», οι γονείς πρέπει αφενός να μην «κοπούν» από τους όρους και τις προϋποθέσεις που έχει η συμμετοχή στο πρόγραμμα, αφετέρου να συγκεντρώσουν μεγαλύτερη μοριοδότηση από τους υπόλοιπους για να διεκδικήσουν μια από τις περιορισμένες θέσεις που χρηματοδοτεί.
«Διαβατήριο» για μια θέση στο πρόγραμμα είναι η κατάταξη των οικογενειών ως προς το επίσημο όριο της φτώχειας. Το όριο αυτό προσδιορίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ στα 4.500 ευρώ ετήσιο εισόδημα για τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά, ενώ στην περίπτωση μιας τετραμελούς οικογένειας, με δύο μικρά παιδιά, διαμορφώνεται στα 9.450 ευρώ.
Τόσο οι γονείς που αποκλείστηκαν όσο και οι οικογένειες που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα της ΕΕΤΑΑ, βγαίνουν στο …κυνήγι μιας θέσης προκειμένου να εγγράψουν τα παιδιά τους στους σταθμούς. Η προσπάθεια αυτή μετατρέπεται σε δρόμο μετ’ εμποδίων, με δεδομένο ότι οι δημοτικοί βρεφονηπιακοί σταθμοί μπορούν να καλύψουν μόνο ένα μικρό μέρος των παιδιών των αντίστοιχων ηλικιών. Μάλιστα, το ήδη ανεπαρκές δίκτυο συρρικνώνεται ακόμα παραπέρα.
Είναι χαρακτηριστικά τα «λουκέτα» σε τρεις παιδικούς σταθμούς στο δήμο Αθηναίων και άλλους τρεις στο δήμο Πειραιά, που δρομολογήθηκαν τους προηγούμενους μήνες. Και στις δύο περιπτώσεις οι δημοτικές αρχές επικαλούνται για το κλείσιμο των σταθμών το Προεδρικό Διάταγμα 99/2017, με το οποίο καθορίζονται οι προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας τους.
Οι προβλεπόμενοι όροι του ΠΔ έχουν προσδιοριστεί εδώ και ένα περίπου έτος, ενώ τα προβλήματα των σταθμών είναι γνωστά εδώ και χρόνια. Ωστόσο, οι δημοτικές αρχές δεν φρόντισαν να λυθούν τα υφιστάμενα προβλήματα, να μετεγκατασταθούν οι σταθμοί σε κατάλληλα κτίρια, να ανεγερθούν νέες εγκαταστάσεις, ούτε η κυβέρνηση εξασφάλισε τα απαραίτητα κονδύλια για κάτι τέτοιο.
Με δεδομένο μάλιστα ότι το ΠΔ προβλέπει τη σταδιακή προσαρμογή των παιδικών σταθμών στις προϋποθέσεις που ορίζει μέσα σε διάστημα πέντε ετών, οι δομές που κλείνουν είναι πιθανό να είναι απλά οι πρώτες σε μια ολόκληρη αλυσίδα στους δήμους της χώρας.
Στην κατάσταση που διαμορφώνεται σε βάρος των λαϊκών οικογενειών, η κυβέρνηση επιχειρεί να αντιτάξει προπαγανδιστικά το μέτρο της υποχρεωτικής δίχρονης Προσχολικής Αγωγής, που μπαίνει σε εφαρμογή από τον προσεχή Σεπτέμβρη.
Ωστόσο, η εγγραφή και η φοίτηση των τετράχρονων παιδιών στα νηπιαγωγεία θα ισχύσει την προσεχή χρονιά μόνο σε 184 δήμους της χώρας, καλύπτοντας μόλις το 32% των παιδιών της αντίστοιχης ηλικίας πανελλαδικά, ενώ στο σύνολο της χώρας θα επεκταθεί σταδιακά σε ορίζοντα τριετίας.
Η εφαρμογή του μέτρου προχωρά χωρίς να προβλέπεται καμία αύξηση της χρηματοδότησης για προσλήψεις προσωπικού και νέες υποδομές. Αντιθέτως, για την ένταξη των προνηπίων στη δίχρονη Προσχολική Αγωγή επιστρατεύονται μια σειρά από απαράδεκτα από παιδαγωγική άποψη μέτρα, όπως η λειτουργία τμημάτων με 25 παιδιά.
Επιπλέον, η δίχρονη Προσχολική Αγωγή προβάλλεται σε αντιπαράθεση με την ανάγκη για επαρκές δίκτυο παιδικών σταθμών. Είναι χαρακτηριστική η «απάντηση» της διοίκησης του Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών στις διαμαρτυρίες των γονέων για το κλείσιμο τριών σταθμών: Λίγο – πολύ ισχυρίστηκε πως αν ίσχυε από την επόμενη χρονιά η υποχρεωτική δίχρονη Προσχολική Αγωγή για το δήμο Αθήνας, τότε θα έκλειναν περισσότεροι παιδικοί σταθμοί!
Το «επιχείρημα» που φέρνει σε αντιπαράθεση τη δίχρονη φοίτηση στο νηπιαγωγείο και την ανάγκη για δημόσιους και δωρεάν βρεφονηπιακούς σταθμούς είναι πέρα για πέρα σαθρό, καθώς στην Αθήνα και σε όλη τη χώρα χιλιάδες παιδιά μικρότερα από την ηλικία των 4 ετών μένουν εκτός παιδικών σταθμών, ενώ τα βρεφικά τμήματα είναι μετρημένα στα δάχτυλα.
Οι ανάγκες των παιδιών απαιτούν δομές Προσχολικής Αγωγής αποκλειστικά δημόσιες και δωρεάν για όλα τα παιδιά, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, στην αποκλειστική ευθύνη του κράτους, με επαρκή χρηματοδότηση, κατάλληλη κτιριακή και υλικοτεχνική υποδομή, στελέχωση με μόνιμο επιστημονικό παιδαγωγικό και βοηθητικό προσωπικό.