Χαρακτηριστική η απάντηση της αρμόδιας επιτρόπου στην Ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ για την αντιαπεργιακή διάταξη που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ
Το γεγονός ότι το χτύπημα στο απεργιακό δικαίωμα που νομοθέτησε πρόσφατα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αποτελεί συνολική πολιτική της ΕΕ έρχεται να επιβεβαιώσει η απάντηση που έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (η Επίτροπος Απασχόλησης Μ. Τίσεν), σε σχετική Ερώτηση που κατέθεσε η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ.
Στην Ερώτηση προς την Επιτροπή, η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ σημείωνε μεταξύ άλλων: «Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, σε συμφωνία με την ΕΕ, το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και τα άλλα αστικά κόμματα, υλοποιώντας διαχρονική απαίτηση των εργοδοτών, νομοθέτησε επί της ουσίας την κατάργηση του απεργιακού δικαιώματος. Εθεσε όρους απαγορευτικούς για τη λήψη απεργιακής απόφασης, ιδιαίτερα στα πρωτοβάθμια συνδικάτα που δρουν στους χώρους δουλειάς, σε συνθήκες εργοδοτικής τρομοκρατίας, όπου η συμμετοχή σε απεργία οδηγεί ακόμα και σε απόλυση. Το φαινόμενο της κήρυξης παράνομων του 90% των απεργιών με την ισχύουσα νομοθεσία θα κλιμακωθεί, καθιστώντας “παράνομες” το σύνολο των απεργιών, οδηγώντας συνδικαλιστές και εργαζόμενους στην απόλυση και στα δικαστήρια, επειδή διαμαρτύρονται για τις μειώσεις μισθών και δικαιωμάτων».
Στη χαρακτηριστική απάντησή της, η αρμόδια επίτροπος, Μ. Τίσεν, αναφέρει ανάμεσα σε άλλα:«Η άσκηση του απεργιακού δικαιώματος υπόκειται σε κάποια μορφή περιορισμού, δηλαδή σχετικά με τις ομάδες που δικαιούνται να καλέσουν σε απεργία, τους επιτρεπόμενους στόχους, τις διαδικαστικές απαιτήσεις κ.λπ. Οσον αφορά την πρόσφατη ελληνική νομοθεσία, ότι για έγκυρη απεργία σε επίπεδο εταιρείας απαιτείται απαρτία 50% των μελών συνδικαλιστικών οργανώσεων, σημειώνεται ότι παρόμοιες ή πιο αυστηρές απαιτήσεις υπάρχουν και σε άλλα κράτη – μέλη. Αρα είναι αμφίβολος ο ισχυρισμός ότι υπονομεύεται ή καταργείται ουσιαστικά το δικαίωμα στην απεργία σε επίπεδο εταιρείας στην Ελλάδα».
Σχολιάζοντας την απάντηση της Επιτροπής, η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ σημειώνει σε ανακοίνωσή της:
«Με λίγα λόγια, ο περιορισμός έως ουσιαστική κατάργηση του απεργιακού δικαιώματος, σε συνθήκες εργασιακής ζούγκλας και εργοδοτικής τρομοκρατίας στους χώρους δουλειάς, δεν είναι απλά μια συνέπεια των μνημονίων στην Ελλάδα. Πρόκειται για γενικευμένη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε όλα τα κράτη – μέλη. Μάλιστα η επίτροπος καλεί τους εργαζόμενους να είναι και ευχαριστημένοι, προετοιμάζοντάς τους ότι “υπάρχουν και χειρότερα” (αυστηρότεροι αντιαπεργιακοί περιορισμοί) σε άλλα κράτη.
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνησή του έχουν εγκληματικές ευθύνες, παίζοντας βρώμικο ρόλο στην καταστολή του κινήματος, στην εξυπηρέτηση του κεφαλαίου, που του απονέμει συγχαρητήρια απλόχερα.
Ενιαία λοιπόν υλοποιείται η διαχρονική απαίτηση της εργοδοσίας για περιορισμό των εργατικών δικαιωμάτων, με πρώτο απ’ όλα το απεργιακό δικαίωμα.
Η “σύγκλιση” των αντεργατικών νομοθεσιών είναι προϋπόθεση για την παραπέρα εμβάθυνση της “ενιαίας αγοράς”. Οι επιχειρηματικοί ανταγωνισμοί κλιμακώνονται, όμως κοινή βάση παραμένει το τσάκισμα όσων εργατικών δικαιωμάτων απέμειναν.
Η καταστολή του εργατικού κινήματος με την αντιαπεργιακή νομοθεσία πάει χέρι χέρι με την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, τη γενίκευση της φθηνής, “ευέλικτης” και χωρίς δικαιώματα απασχόλησης, την κατάργηση και των τελευταίων δικαιωμάτων προστασίας των εργαζομένων (όπως π.χ. η προστασία των εγκύων γυναικών από την απόλυση, με βάση πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου), την απαίτηση για μαζικούς πλειστηριασμούς. Αυτά συνιστούν απαραίτητη προϋπόθεση για την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Αυτή θα είναι η επόμενη μέρα της λεγόμενης “εξόδου” από τα μνημόνια και ο “κράχτης” προσέλκυσης “επενδυτικού ενδιαφέροντος”.
Το σύνολο της ευρωενωσιακής και σε κάθε κράτος νομοθεσίας ανοίγει ακόμα περισσότερο την όρεξη του κεφαλαίου να κλιμακώσει τη δίχως τέλος αντεργατική επίθεσή του. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ συνδιαμορφώνει αυτά τα αντεργατικά τερατουργήματα και μαζί με τα άλλα αστικά κόμματα τα πριμοδοτούν, εξωραΐζοντάς τα.
Απέναντι σ’ αυτήν την επίθεση, το εργατικό κίνημα ένα δρόμο έχει: Με οργάνωση και μαζικότερους, μαχητικότερους, καλύτερα οργανωμένους και ταξικά προσανατολισμένους αγώνες για τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων, να σπάσει στην πράξη την απαγόρευση της απεργίας, να οξύνει την αντιπαράθεση με το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις, τους διεθνείς οργανισμούς του, το σύστημα της εκμετάλλευσης».
άρθρο του σημερινού ριζοσπάστη