Με λογική «μοιρασιάς» ο Ταγίπ Ερντογάν θέτει όλη τη βεντάλια των διεκδικήσεων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, ακόμα και θέμα τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα, μια μέρα πριν έρθει στην Αθήνα για τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας.
Σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο πρόεδρος της Τουρκίας επιβεβαιώνει ότι η Άγκυρα προσέρχεται στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας για να συζητήσει ζητήματα που αφορούν την αμφισβήτηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και όχι μόνο το θέμα της υφαλοκρηπίδας.
Για τον Ταγίπ Ερντογάν οι διαφορές είναι πολλές και όχι μία, υποστηρίζοντας πως «υπάρχουν πολλά αλληλένδετα προβλήματα που πρέπει να λυθούν εκτός από την υφαλοκρηπίδα. Πρέπει να τα εξετάσουμε ως ένα σύνολο. Δεν είναι σωστή η επιλεκτική προσέγγιση. Να μιλάμε για ορισμένα θέματα και να μη μιλάμε για κάποια άλλα. Γιατί είναι όλα αλληλένδετα. Όταν προσφεύγουμε στη διεθνή δικαιοσύνη, δεν πρέπει να αφήνουμε κανένα πρόβλημα πίσω» και ότι «υπάρχουν πολλά ζητήματα που δεν έχουμε καταφέρει ακόμη να επιλύσουμε μεταξύ μας».
Ζητά διάλογο για όλες τις αιτιάσεις της Άγκυρας, λέγοντας «ας δείξουμε αμοιβαία φροντίδα και μέριμνα στην ιστορική και πολιτιστική περιουσία των χωρών μας. Είτε πρόκειται για τα θέματα στο Αιγαίο, είτε για την κοινή καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης, είτε για τα συνεχιζόμενα προβλήματα της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα που δεν μπορούμε να λύσουμε μέσω του διαλόγου, στη βάση της αμοιβαίας καλής θέλησης».
Εξηγεί εμμέσως πλην σαφώς πως ο στόχος είναι η μοιρασιά, η συνεκμετάλλευση, ισχυριζόμενος ότι «η αντίληψη “win-win” βρίσκεται ήδη στον πυρήνα της προσέγγισης της Τουρκίας στις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία. Εάν οι διαφορές αντιμετωπιστούν ήπια, μέσω του διαλόγου και βρεθεί κοινό έδαφος, είναι προς όφελος όλων». Ειδικά για την Ανατολική Μεσόγειο μιλάει ευθέως για «μοιρασιά» των ενεργειακών αποθεμάτων, λέγοντας πως «στη Μεσόγειο υπάρχουν δυνατότητες και ευκαιρίες για συνεργασία. Η αξιολόγηση των δυνατοτήτων μιας τέτοιας συνεργασίας μπορεί να συμβάλει τόσο στην ενεργειακή ασφάλεια των χωρών της περιοχής όσο και στην επίλυση πολιτικών ζητημάτων». Στη «μοιρασιά» βάζει και το ψευδοκράτος στην Κύπρο, λέγοντας ότι «η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου είχε προτείνει κοινή επεξεργασία αποθεμάτων και κατανομή των εσόδων, έως ότου επιτευχθεί συνολική λύση στο νησί. Εμείς υποστηρίζουμε αυτή την πρόταση».
Προσθέτει πως «πιστεύουμε ότι η Ενέργεια είναι στοιχείο συνεργασίας και κοινού κέρδους μεταξύ όλων των χωρών και κοινωνιών και θέλουμε να επιλύσουμε τις διαφορές μέσω του διαλόγου. Προτιμούμε τη συνεργασία και είμαστε έτοιμοι γι’ αυτή».
Για τη φράση του «θα έρθουμε μια νύχτα» υποστηρίζει πως «μόνο αυτοί που μας απειλούν πρέπει να μας φοβούνται. Είπαμε ότι θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά στα τρομοκρατικά στοιχεία που απειλούν την ασφάλεια της χώρας μας και κάναμε αυτό που έπρεπε». Απευθυνόμενος στον Έλληνα πρωθυπουργό λέει «Κυριάκο, φίλε μου, δεν σας απειλούμε αν δεν μας απειλήσετε. Ας ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο χωρών μας» και αναφέρει ότι «η Ελλάδα δεν είναι εχθρός μας, αλλά πολύτιμο μέλος της Συμμαχίας στην οποία είμαστε μέλη» και πως «επιπλέον, είμαστε γείτονες, θα παραμείνουμε γείτονες, πρέπει να σεβόμαστε αμοιβαία τα δικαιώματα και τα ζωτικά συμφέροντα ο ένας του άλλου».
Εκτιμά ότι μετά τις πρόσφατες εκλογές σε Τουρκία και Ελλάδα μπορούν να υπάρξουν εξελίξεις διότι όπως αναφέρει «οι λαοί μας έδωσαν ισχυρή στήριξη και στις δύο κυβερνήσεις στις εκλογές που έγιναν φέτος και στις δύο χώρες. Με αυτή τη στήριξη, τόσο εμείς όσο και ο κύριος Μητσοτάκης είμαστε σε θέση να κάνουμε δυνατά και εποικοδομητικά βήματα».
Γα την Αγιά Σοφιά αναφέρει πως «στην Ιδρυτική Πράξη, που αποτελεί το καταστατικό του Ιδρύματος Αγία Σοφία, το οποίο, όπως κάθε ίδρυμα, έχει το προνόμιο ασυλίας, εγγυάται ότι η δομική ακεραιότητα του Τζαμιού της Αγίας Σοφίας δεν θα ζημιωθεί τόσο υλικά όσο και πνευματικά και ότι οι εικονογραφίες και πάσης φύσεως στοιχεία τέχνης δεν θα μειωθούν και θα προστατευθούν». Για τη Χάλκη αναφέρει ότι «στην πραγματικότητα, σήμερα η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης είναι δυνατή μόνο ως αποτέλεσμα συνολικών νομοθετικών αλλαγών. Από την άλλη πλευρά, το Πατριαρχείο του Φενέρ δεν ήταν θετικό για την επανέναρξη της εκπαίδευσης της Σχολής υπό την αιγίδα ενός κρατικού πανεπιστημίου, υπαγόμενου στη νομοθεσία του Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης».
Αναδημοσίευση από 902.gr