Υπηρέτησε το λαό με την τέχνη και τον αγώνα του – Τον θυμόμαστε πάντα…

ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΑΖΑΚΟ

Να με θυμόσαστε – είπε.

Κι είπα: στο γύρισμα του χρόνου θα με βρίσκετε σε κάθε δευτερόλεπτο της ζωής σας.

Έχω γεμίσει μ’ έπιπλα, με φώτα και με πίνακες τα σπίτια σας, και το κεφάλι σας μ’ αινίγματα και ιδέες.

Όποιο χαλίκι κι αν ανεβάσετε απ’ το βυθό θα σας πει μια δική μου και μια δική του ιστορία…

Γυμνός, στις χειρότερες νύχτες, τοιχοκολλούσα μεγάλα προγράμματα του φιλμ Ο ΛΑΟΣ σ’ όλο το μέλλον

κι όπου περίσσευαν οι δυσκολίες ψιθύριζα σ ύ ν τ ρ ο φ ε και προχωρούσα

κι έλεγα πάλι σ ύ ν τ ρ ο φ ε για να θυμίζω στον καθένα τον κόσμο…

(Φρυκτωρία, Γ. Ρίτσος)

Αυτόν τον λαό θέλησε να υπηρετήσει μέσα στη μεγάλη του Τέχνη ο Κώστας Καζάκος, έχοντας απόλυτη συνείδηση της κοινωνικής αποστολής της Τέχνης, γιατί όπως έλεγε, «το θέατρο σίγουρα δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, μπορεί όμως να αλλάζει τους ανθρώπους». Από αυτόν τον λαό πήρε έμπνευση και αυτόν τον λαό ενέπνευσε…

Συμπληρώνεται ένας χρόνος χωρίς τον Κώστα Καζάκο. Κι όμως η «περπατησιά του», το βαθύ αποτύπωμα που άφησε στη ζωή με την Τέχνη του, αλλά και με τη συμμετοχή του στους μικρούς και τους μεγάλους αγώνες, είναι «παρόντα».

Είναι ο σύντροφός μας με τη χαρισματική προσωπικότητα, τον βαθύ στοχασμό και την απόλυτη πεποίθηση ότι «το φλάμπουρο της λογικής είναι κόκκινο». Είναι ο δημιουργός που για σχεδόν 70 χρόνια υπηρέτησε μια Τέχνη πραγματικά πρωτοπόρα και ανατρεπτική. Ο αγωνιστής καλλιτέχνης, που γνώριζε καλά ότι η Τέχνη μπορεί να δώσει δύναμη και την έφερε στις εξέδρες των συλλαλητηρίων, στα Φεστιβάλ της ΚΝΕ, στις μάχες για την ειρήνη και το δίκιο. Αυτός ήταν ο Κώστας Καζάκος, γιατί όπως συνήθιζε να λέει με τη βροντερή φωνή του και με την αισιοδοξία που τον διέκρινε: «Ο άνθρωπος δεν θέλει απλά να επιβιώνει. Θέλει να φτιάξει μια ζωή που θα του δίνει την ευκαιρία να αναπτύξει την προσωπικότητά του, να γίνει Άνθρωπος. Αυτά κατακτούνται. Δεν χαρίζονται. Πρέπει να είσαι αγωνιζόμενος άνθρωπος για να κατακτήσεις όσα περιέχονται σε αυτήν τη μαγική λέξη, Άνθρωπος. Άνθρωπος σημαίνει Αγώνας ανυποχώρητος μέχρι την τελευταία πνοή…».

Πηγή: Eurokinissi

Γεννήθηκε στον Πύργο το 1935. Στα χρόνια του Εμφυλίου ο αγωνιστής και ΕΑΜίτης πατέρας τους πιάστηκε και στάλθηκε εξορία. Η οικογένεια ανεβαίνει Αθήνα, «για να χαθεί μέσα στο πλήθος» και να γλιτώσει από το κυνηγητό της Ασφάλειας. Από τα 13 του χρόνια ο Κώστας Καζάκος καταπιάστηκε με διάφορες δουλειές για να βοηθήσει την οικογένειά του να επιβιώσει. Ήθελε να περάσει στο πανεπιστήμιο. Όνειρό του ήταν να γίνει δάσκαλος, φιλόλογος. Η απουσία πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων δεν του επέτρεψε τη συμμετοχή του στις εξετάσεις.

Επόμενο βήμα ήταν η Σχολή Κινηματογράφου Σταυράκου. Εκεί, όπως έλεγε, υπήρχε ένας «αέρας ελευθερίας». Έρχεται σε επαφή με την Τέχνη και γνωρίζει μεγάλες προσωπικότητες. Παράλληλα ο Κώστας Καζάκος φοίτησε στη Δραματική Σχολή Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν την πρώτη χρονιά της επαναλειτουργίας της (1954), ενώ δούλεψε εθελοντικά και για το στήσιμο του Υπογείου του Θεάτρου Τέχνης. Εκεί, πρωτοεμφανίστηκε ως ηθοποιός στο θέατρο συμμετέχοντας στο έργο του Μπέρτολντ Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία».

Από τη δεκαετία του ’70 έγινε ο ίδιος θιασάρχης, σφραγίζοντας με τις θεατρικές επιλογές, τις ερμηνείες και αργότερα και τις σκηνοθεσίες του συγκλονιστικές παραστάσεις. Παράλληλα, υπήρξε σπουδαίος δάσκαλος του θεάτρου, διδάσκοντας από νέος σε σχολές και αργότερα φτιάχνοντας τη δική του. Ξεχωριστή ήταν η παρουσία του και στον κινηματογράφο, αλλά και την τηλεόραση.

Συστρατεύθηκε αταλάντευτα σε όλη του τη ζωή με το ΚΚΕ και από το 2007 έως το 2012 διατέλεσε βουλευτής του Κόμματος, εκλεγμένος με το ψηφοδέλτιο Επικρατείας.

Ο σύντροφος Κώστας θα μείνει στις καρδιές μας, θα μείνει στις καρδιές όλου του κόσμου του λαϊκού, αυτού του «εχθρού λαού», που τόσο αγαπούσε και τόσο του έμοιαζε με την απλότητα, τη ζεστασιά και τη λαϊκότητα της μεγάλης του ψυχής. Δεν θα ξεχαστεί, γιατί ήταν ένας γεμάτος πάθος και δύναμη πρωταγωνιστής, όχι απλά στη σκηνή, στα πλατό, στις εξέδρες των διαδηλώσεων, αλλά τελικά στην Ιστορία. «Λαχτάρησε μια χώρα» όπου ο λαός θα πάψει «να περιμένει μάταια τον καιρό». Και αν οι λίγοι αυτό δεν του το συγχωρούν, είναι μια επιβεβαίωση ότι έκανε το καθήκον του σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος, είναι μια επιβράβευση της ζωής του. Οι μέρες που ο λαός «θα αρνιέται πια να βλέπει τον δρόμο του κλειστό», οι μέρες που λαχτάρησε, αργά ή γρήγορα, θα ‘ρθουν. Θα φροντίσουν γι’ αυτό όλοι εκείνοι που συνεχίζουν τη ζωή του, παλεύοντας για έναν ανώτερο πολιτισμό σε μια ανώτερη κοινωνική οργάνωση.